Ο οδυνηρός κατήφορος της μεταναστευτικής πολιτικής
Σχεδόν τέσσερα χρόνια από τη λεγόμενη «αλλαγή ατζέντας» στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, η κατάσταση έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Τα πρώτα σημάδια της πολιτικής της κυβέρνησης το καλοκαίρι του 2019 ήταν αποθαρρυντικά, ωστόσο ακόμη και οι πιο απαισιόδοξοι από εμάς δεν περίμεναν ότι ο κατήφορος θα ήταν τόσο γρήγορος, τόσο οδυνηρός για χιλιάδες ανθρώπους.
Μονολιθική διαχείριση
Πριν τις εκλογές του 2019, από τον ρόλο της αντιπολίτευσης η Νέα Δημοκρατία συστηματικά προσπαθούσε να δηλητηριάσει τις τοπικές κοινωνίες, καλλιεργώντας αισθήματα ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας, στρώνοντας το έδαφος για να αναπτυχθεί κοινωνικός αυτοματισμός. Από το καλοκαίρι μετά την ανάληψη της εξουσίας, η στρατηγική αυτή εντάθηκε, με τις πρώτες μέρες της κυβέρνησης να περιλαμβάνουν την κατάργηση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, την κατάργηση της δυνατότητας έκδοσης ΑΜΚΑ για τους αιτούντες άσυλο –με πολλά προβλήματα στην υγειονομική κάλυψη, αλλά και στην πρόσβαση των παιδιών στα σχολεία– και τη γενικότερη προσπάθεια δαιμονοποίησης και στοχοποίησης προσφύγων και μεταναστών.
Το προσφυγικό-μεταναστευτικό ήταν και είναι βασικό πεδίο ιδεολογικής αντιπαράθεσης με τη Δεξιά και αποτελεί σημαντική διαχωριστική γραμμή. Αυτό γίνεται πιο σαφές με την παρατήρηση ότι παρά τα πολλά προβλήματα που δημιουργεί η πολιτική της κυβέρνησης σε προσφυγικό, άδειες διαμονής και ιθαγένεια, ο αρμόδιος υπουργός επιμένει ότι «έχει πέσει η αυλαία» και ότι έχει επέλθει κάποια σημαντική αλλαγή.
Διαχειρίζονται ένα δύσκολο, σύμπλοκο και πολυδιάστατο ζήτημα μονολιθικά, με έμφαση στην ενεργητική και παθητική αποτροπή και αδιαφορώντας ακόμη και για τις καθημερινές ανάγκες διαχείρισης του πληθυσμού, που θα έπρεπε να είναι από τις βασικές προτεραιότητες. Έχει αποδιοργανωθεί η λειτουργία των δομών φιλοξενίας, που πλέον μετατρέπονται σε ελεγχόμενες δομές και λειτουργούν ως κλειστού τύπου. Οι συνθήκες χειροτερεύουν, οι άνθρωποι αποξενώνονται από τις τοπικές κοινωνίες και το προσωπικό συνεχώς μειώνεται.
Συστηματικές επαναπροωθήσεις
Οι καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις άρχισαν να γίνονται καθημερινότητα, αναγκάζοντας φορείς, όπως η Ευρωπαία Επίτροπος, η Ύπατη Αρμοστεία και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης –που συνήθως είναι φειδωλοί από τον ρόλο τους σε τέτοιες περιπτώσεις– να εκδώσουν σχετικές ανακοινώσεις, καλώντας τη χώρα να προχωρήσει σε ουσιαστική και σε βάθος εξέταση και διερεύνηση των καταγγελιών. Μάλιστα η κυρία Γιόχανσον όταν ήρθε αντιμέτωπη με την πεισματική άρνηση της κυβέρνησης να ασχοληθεί με το ζήτημα, ζήτησε την εγκαθίδρυση ανεξάρτητου παρατηρητηρίου για την παρακολούθηση της τήρησης της νομιμότητας κατά τη συνοριακή διαδικασία.
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα έγινε μια προσπάθεια από εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εντός κι εκτός Βουλής, να υπερασπιστούμε την εφαρμογή του δικαίου, την τριπλή έμπρακτη αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες, τα νησιά μας και τη χώρα, με προτάσεις και παρεμβάσεις μας σε όλα τα επίπεδα, τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό. Σε αυτή την προσπάθεια η Νέα Δημοκρατία επιχείρησε να μας ταυτίσει με την τουρκική προπαγάνδα, χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται ότι μέσα από τη ρητορική που ανέπτυξε, εκθέτει τη χώρα και την αλληλεγγύη του ελληνικού λαού.
Και ευρωπαϊκές ευθύνες
Βέβαια, θα πρέπει να μην παραγνωριστούν οι ευθύνες της Ευρώπης στην όλη κατάσταση. Το προταθέν νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου «κλείνει τα μάτια» μπροστά στην ουσία του προσφυγικού ζητήματος, δεν λύνει κανένα πρόβλημα, εξοστρακίζει την αλληλεγγύη και καθιστά τις χώρες πρώτης εισόδου αποθήκες ψυχών. Από την άλλη, η ηγεσία της Επιτροπής, που πλέον είναι ξεκάθαρο ότι καθορίζει τις αποφάσεις της στο προσφυγικό με βάση τις θέσεις των χωρών του Βίσεγκραντ, αντιμετωπίζει με νωθρότητα θέματα που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εξασφάλισης της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας. Αυτή η τακτική ρίχνει νερό στον μύλο της Τουρκίας, που συστηματικά εργαλειοποιεί το ζήτημα, παραβιάζοντας το δίκαιο εντός κι εκτός των συνόρων της, την ίδια στιγμή όμως που η ελληνική κυβέρνηση την χαρακτηρίζει ασφαλή τρίτη χώρα.
Η κατάσταση όλη αυτή είχε, όμως, μια σημαντική εξαίρεση, όταν με την ιμπεριαλιστική εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, άρχισαν να δημιουργούνται προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη, αυτή αντέδρασε όπως θα έπρεπε, ενεργοποίησε τον μηχανισμό προσωρινής προστασίας και προγράμματα ισοκατανομής μεταξύ των κρατών-μελών. Ακόμα και στην Ελλάδα, που βέβαια η πρώτη αντίδραση ήταν ο διαχωρισμός μεταξύ πραγματικών (Ουκρανών) και μη (όλοι οι εξ ανατολών) προσφύγων, μέσα σε λίγες μέρες ενσωματώθηκε η οδηγία για την προσωρινή προστασία, δημιουργήθηκαν θέσεις για φιλοξενία, προγράμματα για απασχόληση, ειδικές τάξεις ένταξης για παιδιά. Είδαμε μέχρι και την υπουργό Παιδείας να παίζει μπάλα στο προαύλιο κάποιου σχολείου με μικρούς μαθητές από την Ουκρανία. Η υποκρισία στο μεγαλείο της.
Εμείς, πάντως, συντασσόμαστε με προς δημοκρατικούς πολίτες προς χώρας που έδειξαν περίσσια αλληλεγγύη στα χρόνια προς κρίσης και οι οποίοι αυτό που ζητούν είναι κανόνες, δικαιώματα και υποχρεώσεις για όλους, σύγχρονες πολιτικές ένταξης και ισορροπία με προς τοπικές κοινωνίες προς όφελος όλων.
Στην εφημερίδα Εποχή
Click here to add your own text